- γάμος
- Θεσμός που αποβλέπει στη ρύθμιση των σχέσεων των δύο φύλων στα πλαίσια μιας κοινής συμβίωσης και στον καθορισμό της νομικο-κοινωνικής θέσης των παιδιών που θα γεννηθούν με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των γεννητόρων (υπηκοότητα, εθνικότητα, φυλή, θρησκεία κλπ.). Ο θεσμός του γ. συνίσταται: 1) στην εκλογή του συζύγου, 2) στην εκτέλεση μιας πράξης που επικυρώνει δημόσια τη γαμική σχέση, 3) στον σχηματισμό του οικογενειακού πυρήνα και 4) στους κανόνες συζυγικής συμβίωσης.
Για την εκλογή των συζύγων υπάρχουν ορισμένες απαγορεύσεις και υποχρεώσεις. Γενικά απαγορεύεται ο γ. μεταξύ γεννητόρων και τέκνων ή μεταξύ αδερφών. Στους αρχαίους χρόνους αντίθετα επιτρεπόταν ή και επιβαλλόταν σε ορισμένους πολιτισμούς (αρχαία Αίγυπτος, Περσία, Ίνκας, Σιάμ, Σρι Λάνκα, Ουγκάντα, Χαβάη κλπ.), ανάμεσα σε μέλη της βασιλικής οικογένειας, με την ιδέα ότι έτσι διαφυλασσόταν από αναμείξεις η ιερότητα του προσώπου του μονάρχη. Ορισμένοι συγγενικοί δεσμοί αποτελούν μερικές φορές τη βάση ενός γ. που επιβάλλεται από την παράδοση: ο γ. μεταξύ εξαδέλφων είναι ο πιο διαδεδομένος· παράδειγμα τέτοιου γ. προσφέρει ο θεσμός των Εβραίων, σύμφωνα με τον οποίο έπρεπε να παντρευτεί κανείς τη χήρα του αδερφού του που πέθανε χωρίς να αφήσει γιους. Η υποχρέωση σύναψης γ. έξω από τον κύκλο των πραγματικών ή υποθετικών ομόαιμων συγγενών, που αποκαλείται εξωγαμία, έχει και το αντίθετό της, την ενδογαμία, η οποία επιβάλλει τον γ. μεταξύ των μελών ενός καθορισμένου κύκλου γένους, φυλής ή έθνους. Η εξωγαμία και η ενδογαμία συμβάλλουν αποφασιστικά στη διαμόρφωση των γαμικών τύπων στους διάφορους πολιτισμούς. Οι τύποι αυτοί έχουν εξαιρετικά λειτουργικό χαρακτήρα στις πρωτόγονες κοινωνίες, όπου απαρτίζουν την ίδια τη σπονδυλική στήλη της κοινωνικής και θρησκευτικής οργάνωσης της κοινότητας. Στους λαούς αυτούς δημιουργούνται πολύπλοκα συστήματα συγγένειας (συχνά απλώς συμβατικής) και πολύπλοκες επίσης υποδιαιρέσεις των ανθρώπινων ομάδων (μεταξύ των οποίων οι λεγόμενες μισοεξωγαμικές: διαιρέσεις σε δύο μέρη που κάνουν υποχρεωτική την εκλογή του συζύγου μεταξύ των μελών του άλλου μισού), υποδιαιρέσεις που, χάρη στην ενίσχυσή τους από κάθε νέο γ., συνδέουν σταθερά τα άτομα μεταξύ τους, δημιουργώντας από αυτά μια οργανική κοινωνία.
Οι πιο συνηθισμένες μορφές του γ. ήταν η δημόσια δήλωση των συζύγων, η αγορά της συζύγου με την προσφορά αγαθών (ουσιαστικών ή τυπικών) ή υπηρεσιών, η αρπαγή (τυπική) της συζύγου ή η (τυπική) διαφυγή της από την πατρική εστία. Η θρησκευτική γαμήλια τελετή που συχνά, αλλά όχι πάντοτε, συνοδεύει αυτή την πράξη ερμηνεύεται ως τελετουργία μετάβασης από τη μία κατάσταση στην άλλη, που γίνεται για να εισάγει τη νύφη στη νέα ζωή της. Στις γαμήλιες τελετές των αρχαϊκών θρησκειών, ακριβώς όπως και στα σύγχρονα λαϊκά έθιμα, είναι εύκολο να διακρίνουμε τις τρεις στιγμές γύρω από τις οποίες διαρθρώνεται η τελετή της μεταβίβασης: την απομάκρυνση από την προηγούμενη κατάσταση, έναν ενδιάμεσο σταθμό και την είσοδο στη νέα κατάσταση. Η τελετουργική φυγή ή η αρπαγή, εκτός από τη σημασία που έχουν ως δημόσιες δηλώσεις γ., μπορούν να χρησιμεύσουν στην όλη τελετουργική διαδικασία για να δώσουν ιερό χαρακτήρα στην απομάκρυνση από την προηγούμενη ζωή. Η ενδιάμεση στιγμή, κατά την οποία η σύζυγος, που δεν συμμετέχει πια στην παλιά μορφή διαβίωσης, δεν έχει ακόμα εισέλθει στη νέα, δίνεται πολλές φορές συμβολικά με το πέπλο που τη σκεπάζει από τα μάτια αυτών που παρευρίσκονται, σαν να μην υπήρχε. Αυτή η στιγμή είναι η πιο επικίνδυνη. Εναντίον των δαιμόνων, των κακοποιών πνευμάτων ή της κακοτυχίας που θα μπορούσαν να πλήξουν τη νύφη επωφελούμενα από την παροδική ανυπαρξία, παρεμβαίνουν κάθε είδους ξόρκια: κραυγές χαράς, τραγούδια, θόρυβοι, πέταγμα κουφέτων, ρυζιού, καρυδιών κλπ., που συμβολίζουν την ευγονία και την ευτυχία. Με ποικίλους τρόπους εκδηλώνεται επίσης η είσοδος της νύφης στη νέα της κατάσταση· συχνά αυτή η τελετή κορυφώνεται με την πρώτη συνεστίαση, στην οποία οι δύο σύζυγοι δίνουν τη μορφή ιεροτελεστίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι το αδιάλυτο του γαμικού δεσμού δίνεται παντού μόνο με την τελετουργία της μετάβασης. Το αδιάλυτο του δεσμού έχει την καταγωγή του λιγότερο σε αφηρημένες ηθικές αρχές και περισσότερο στο γεγονός ότι διαμέσου της τελετουργίας δεν έχει συναφθεί ένα συμβόλαιο, που μπορεί πάντα να διαλυθεί, αλλά μια μετάβαση, μια καθολική αλλαγή των όρων ύπαρξης, την οποία δέχεται η φυσική και μεταφυσική προσωπικότητα εκείνου που υποβάλλεται σε αυτή την αλλαγή. Μετά την τελετή, η γυναίκα λέγεται έγγαμη και συγχρόνως ενήλικη και, όταν ενηλικιωθεί, κανείς δεν μπορεί να ξαναγίνει παιδί. Συνέπεια του γεγονότος αυτού είναι ότι το διαζύγιο γίνεται παραδεκτό μόνο εκεί όπου ο γ. δεν επικυρώνεται από μια τελετουργία μετάβασης, αλλά από έναν οποιονδήποτε τύπο δήλωσης που έχει αποκλειστικό σκοπό να κάνει γνωστή την ύπαρξη του γαμικού δεσμού, για να γίνει δυνατή η αναγνώριση της πατρότητας των παιδιών που γεννιούνται κατά τη διάρκεια και ως αποτέλεσμα αυτού του δεσμού.
Η σύσταση του οικογενειακού πυρήνα παίρνει διάφορες μορφές, ανάλογα με τους διάφορους πολιτισμούς. Πλάι στην περισσότερο διαδεδομένη μονογαμία, συναντούμε την πολυγαμία, με τη μορφή της πολυγυνίας (ένας άντρας παντρεύεται πολλές γυναίκες) ή, πολύ σπανιότερα, με τη μορφή πολυαντρίας (μία γυναίκα παντρεύεται πολλούς άντρες). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι σύζυγοι της γυναίκας συνδέονται σχεδόν πάντοτε με έναν δεσμό συγγένειας, όπως στο Θιβέτ, όπου σύμφωνα με μια αρχαία συνήθεια οι νεότεροι αδελφοί είχαν από κοινού τη σύζυγο του μεγαλύτερου αδελφού. Μια ιδιαίτερη μορφή πολυγαμίας, που σέβεται τυπικά τη μονογαμία, είναι η παλλακεία, θεσμός κατά τον οποίο ένας άντρας μπορεί να κατέχει, εκτός από την κύρια σύζυγο, μία ή περισσότερες δευτερεύουσες συζύγους ή παλλακίδες. Η συγκρότηση του οικογενειακού πυρήνα καθορίζεται επίσης και από τον τόπο όπου έχει εγκατασταθεί: η σύζυγος δεν πηγαίνει πάντοτε να ζήσει στο σπίτι του συζύγου, αλλά μερικές φορές ο σύζυγος πηγαίνει να ζήσει στο σπίτι της συζύγου ή ακόμα ζουν ο καθένας για λογαριασμό του (π.χ. η σύζυγος στη μητρική κατοικία και ο σύζυγος στην κοινή κατοικία των αντρών). Σε αυτή την περίπτωση, συχνά ο αδερφός της συζύγου εκτελεί καθήκοντα πατέρα για τα παιδιά τους (π.χ. στα νησιά Τρόμπριαντ κ.α.).
Οι αρχαίοι πολιτισμοί της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας έδιναν μεγάλη σημασία στη γαμήλια τελετή. Ο γ. εμφανίζεται εκεί ως ένας νομικός θεσμός, χωρίς εμφανείς θρησκευτικές πλευρές. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τα σημιτικά ήθη γενικά, καθώς και για τους Εβραίους και τους ισλαμικούς λαούς. Η θρησκευτική τελετή του γ. έχει αντίθετα μεγάλη σπουδαιότητα στους ινδοευρωπαϊκούς λαούς, ανατολικούς ή δυτικούς. Η Ινδία προσφέρει τον μεγαλύτερο τελετουργικό πλούτο. Η καθιερωμένη παράδοση (σμρτί) διέκρινε τουλάχιστον οκτώ μορφές γ. με πολλές διαφορές στις λεπτομέρειες· μία κοινή σε όλες τις μορφές γ. σημαντική στιγμή ήταν η παράδοση της συζύγου στον σύζυγο (κανιαντάμα), την οποία ακολουθούσαν το σφίξιμο των χεριών των νυμφευόμενων (πανιγκραμπάνα), η απαγγελία βεδικών ρητών, η προσφορά σπονδών στη φωτιά και η περιφορά γύρω από αυτή. Και στην Περσία επίσης, ο γ. γινόταν με ιδιαίτερη επισημότητα και η μεγάλη του σημασία για τον ζωροαστρισμό επιβεβαιώνεται από την ιερή φιλολογία, που του αποδίδει θρησκευτική σημασία.
Στην αρχαία Ελλάδα θεωρούσαν τον έγγαμο βίο τέλεια κατάσταση και η τελετή του γ. έπαιρνε το όνομα τέλος, όπως και οι τελετές μύησης στα μυστήρια, οι οποίες απέβλεπαν στην πνευματική τελειότητα και πληρότητα. Ο ελληνικός γ. προϋπέθετε ένα γαμήλιο γεύμα στο σπίτι της νύφης, την κάλυψη της νύφης με πέπλο, πομπή που τη συνόδευε μέχρι το σπίτι του γαμπρού με ειδικούς για την περίσταση ύμνους, που ονομάζονταν υμέναιοι, και με ήχους αυλών. Στην αρχαία Ρώμη η θρησκευτική τελετή, που εξακολουθούσε να υπάρχει πλάι στον πολιτικό γ. συμβατικής μορφής, ονομαζόταν confarreatio, από το όνομα μιας πίτας από ασπροσίτι (farro) που οι νεόνυμφοι έτρωγαν μαζί, μπροστά στην εστία της κατοικίας του γαμπρού. Η απομάκρυνση από την παλαιά κατάσταση σήμαινε για τη νεόνυμφη ουσιαστική παραίτηση από τους ιερούς δεσμούς που τη συνέδεαν με την πατρική οικογένεια (detestatio sacrorum). Ο γ. με confarreatio δεν επέτρεπε το διαζύγιο. Ο τύπος αυτός του γ., εξαιτίας της αυτονόητης θρησκευτικής του σημασίας, επιβαλλόταν αυστηρά σε όσους απέβλεπαν στην κατάληψη μεγάλων λειτουργημάτων.
Οι χριστιανικές Εκκλησίες αποδίδουν στον γ. διαφορετική θρησκευτική σημασία. Η Ορθόδοξη θεωρεί τον γ. μυστήριο που δίνει τη θεία ευλογία στον άντρα και στη γυναίκα για να μπορούν να ζήσουν μαζί ειρηνικά και με αμοιβαία αγάπη, ως απομίμηση της ιερής ένωσης του Χριστού με την Εκκλησία. Η διάλυση του γ. γίνεται δεκτή μόνο για τους λαϊκούς και η Εκκλησία παραχωρεί στον διαζευγμένο μια δεύτερη ευλογία, λιγότερο επίσημη. Η Καθολική Εκκλησία θεωρεί τον γ. μυστήριο που θεσμοθετείται απευθείας από τον Θεό. Θεμελιώδεις ιδιότητές του, κατά την Καθολική Εκκλησία, είναι η ενότητα και το αδιάλυτο, που διαρκεί έως τον θάνατο του ενός συζύγου. Πρωταρχικός σκοπός του γ. είναι η τεκνοποίηση. Οι διαμαρτυρόμενες Εκκλησίες γενικά δεν αναγνωρίζουν τον γ. ως μυστήριο και θείο θεσμό, αλλά τον θεωρούν περισσότερο φυσικό δεσμό, γι’ αυτό δεν δέχονται ότι δεν μπορεί να διαλυθεί.
Ελληνικό δίκαιο. Ο θεσμός του γ. διέπεται βασικά από τον Αστικό Κώδικα, ο οποίος όμως δεν δίνει ορισμό του γ. Ερμηνεύοντας τον αντίστοιχο θεσμό του ρωμαϊκού δικαίου, ο Ρωμαίος νομοδιδάσκαλος Μοδεστίνος έδινε τον ακόλουθο περιεκτικό ορισμό: «Ανδρός και γυναικός συνάφεια και συμπλήρωσις του βίου παντός, θείου τε και ανθρωπίνου δικαίου κοινωνία». Ο παλαιότερος Αστικός Κώδικας, ακολουθώντας τις παραδόσεις του βυζαντινού δικαίου (Νεαρά 89 Λέοντος Σοφού), απαιτούσε την ιερολογία ως συστατικό στοιχείο του γ. (θρησκευτικός γ.). Σύμφωνα όμως με την αναθεώρηση του 1982 (άρ. 1367), ο γ. τελείται «είτε με τη σύγχρονη δήλωση των μελλονύμφων ότι συμφωνούν σε αυτό» (πολιτικός γάμος, στο δημαρχείο) «είτε με ιερολογία από ιερέα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ή από λειτουργό άλλου δόγματος ή θρησκεύματος γνωστού στην Ελλάδα» (αν πρόκειται για θρησκευτικό γ.). Πιο συγκεκριμένα, αν οι μελλόνυμφοι ανήκουν σε άλλη χριστιανική Εκκλησία ή σε άλλη αναγνωρισμένη θρησκεία (ετερόδοξοι – ετερόθρησκοι), η ιεροτελεστία του θρησκευτικού γ. γίνεται κατά το αντίστοιχο δόγμα ή θρησκεία.
Ο Αστικός Κώδικας ρυθμίζει επίσης τις περιπτώσεις των άκυρων ή ακυρώσιμων γ. Εκτός από τους άκυρους γ., δηλαδή εκείνους που έγιναν με παράβαση των αναγκαίων προϋποθέσεων, ακυρώσιμος είναι και ο γ. που έγινε έγκυρα κατά τα λοιπά, αλλά πραγματοποιήθηκε είτε με πλάνη ως προς την ταυτότητα του άλλου συζύγου (άρ. 1374), είτε «ένεκα απειλής» (άρ. 1375). Ο γ., ωστόσο, και μετά την ακύρωσή του, εξαιτίας της φύσης των σχέσεων που δημιούργησε, αφήνει τα ίχνη του ως προς τις συνέπειες για τα παιδιά που γεννήθηκαν (θεωρούνται νόμιμα) και τα κωλύματα συγγενείας.
Ο γ. δημιουργεί προσωπικές και περιουσιακές σχέσεις μεταξύ των συζύγων. Στις προσωπικές σχέσεις υπάγεται η υποχρέωση συμβίωσης, η αμοιβαία ευθύνη, η υποχρέωση διατροφής. Ως προς τις περιουσιακές σχέσεις, ορίζεται ότι ο γ. δεν μεταβάλλει την περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων, μπορεί όμως να συνάπτει μεταξύ τους γαμικό σύμφωνο με το οποίο να ρυθμίζονται με περιορισμούς οι περιουσιακές τους σχέσεις.
Πολλές φορές, πριν από τον γ., υπάρχει το στάδιο της μνηστείας, ο αρραβώνας. Η μνηστεία δημιουργεί μια νομική σχέση και ορισμένες υποχρεώσεις, που ρυθμίζονται επίσης από τον Αστικό Κώδικα (άρ. 1346-1349).
Η λύση του γ. επέρχεται ή με τον θάνατο ενός από τους συζύγους ή με την ακύρωσή του από το δικαστήριο, όταν υπάρχει ένα από τα πιο πάνω κωλύματα, ή με το διαζύγιο.
Ο «γάμος με το δέντρο» είναι μια χαρακτηριστική συνήθεια στο Νεπάλ, με αρχαιότατη θρησκευτική προέλευση· στη φωτογραφία, μικρά κορίτσια προετοιμάζονται για την τελετή μπροστά στην ιερή φωτιά.
Ο πίνακας του Γουίλιαμ Χόγκαρθ (1697–1764), «Λίγο μετά τον γάμο» (Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο).
Γάμος σε ασιατική χώρα· οι πατροπαράδοτες παραδόσεις ακολουθούνται με όλο το τελετουργικό.
Γάμος Ινδιάνων της Βολιβίας· μετά τη θρησκευτική τελετή, ακολουθεί η παραδοσιακή μπροστά στον αρχηγό της κοινότητας (φωτ. Presua Mundial).
Τμήμα ρωμαϊκού ανάγλυφου του 3ου αι., που εικονίζει μια στιγμή της ιεροτελεστίας του γάμου (Εθνικό Μουσείο Θερμών, Ρώμη).
* * *ο (AM γάμος)1. η τελετή τού γάμου2. η νόμιμη ένωση και συμβίωση ενός άντρα με μια γυναίκα3. το γλέντι μετά τον γάμο4. η ένωση («ο γάμος τού πνεύματος και τής ομορφιάς»«ο γάμος τού Χριστού μετά τής Εκκλησίας»)νεοελλ.1. η γαμήλια πομπή2. φρ. «θρησκευτικός γάμος» — με εκκλησιαστική ιερολογίαβ) «πολιτικός γάμος» — ενώπιον πολιτικών αρχώνγ) «μοργανατικός γάμος» — μεταξύ μέλους βασιλικής ή ηγεμονικής οικογένειας με κοινό θνητόδ) «λευκός γάμος» — συμβατικός γάμος με συμβίωση των συζύγων χωρίς να έχουν σαρκικές σχέσειςε) «αργυροί γάμοι», «χρυσοί γάμοι», «αδαμάντινοι γάμοι» — αντίστοιχα η 25η, 50ή, 60ή επέτειος ενός γάμου3. παροιμ. α) «πάρ' τονε στον γάμο σου να σού πει και τού χρόνου» — γι' αυτόν που κάνει άκαιρες ευχές ή συμπεριφέρεται απερίσκεπταβ) «όλα τού γάμου δύσκολα κι ο γάμος την Τετάρτη» ή «όλα τού γάμου δύσκολα κι η νύφη γκαστρωμένη» — για σωρευμένες δυσκολίεςγ) «ούτε γάμος άκλαυτος ούτε νεκρός αγέλαστος» — και στο γλέντι τού γάμου θα τύχει κάποιος να λυπηθεί και στην κηδεία κάποιος να γελάσειδ) «όπου γάμος και χαρά, τρέχα, Γιάννη μασκαρά» ή «όπου γάμος και χαρά, η κυρά Μαριώ μπροστά» — για όσους δεν χάνουν ευκαιρία να παρευρεθούν σε γλέντι ή συγκέντρωση, ακόμη και απρόσκλητοιε) «από τον γάμο έρχομαι και τρέμω από την πείνα» — για φιλάργυρους που τσιγκουνεύονται να περιποιηθούν τους καλεσμένους τουςαρχ.-μσν.1. η συνουσία2. «γάμοι ἄρρενες» (Λουκ.) ή «γάμοι ἀνδρεῑοι», (Προκόπ.)η παιδεραστίααρχ.1. (στη φιλοσοφία τών Πυθαγορείων) οι αριθμοί 3, 5, 62. Γάμοςπροσωποποίηση του γάμου3. ονομασία μηνός στην Επίδαυρο.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαμέω με υποχωρητικό σχηματισμό].ΠΑΡ. γαμίζω, γαμικόςαρχ.-μσν.γάμιοςνεοελλ.γαμιώτης.ΣΥΝΘ. (Α' συνθετικό) γαμοστόλοςαρχ.γαμοποιΐααρχ.-μσν.γαμοδαίσια, γαμοκλόποςνεοελλ.γαμογονία, γαμοκούλουρο, γαμομανία(Β' συνθετικό) άγαμος, απειρόγαμος, δίγαμος, κλεψίγαμος, μονόγαμος, νεόγαμος, οψίγαμος, πολύγαμος, πρωτόγαμος, τρίγαμοςαρχ.αγχίγαμος, αθεμιτόγαμος, αινόγαμος, αλεξίγαμος, αμαρτίγαμος, αμερσίγαμος, ανδρόγαμος, αρτίγαμος, αυτόγαμος, βραδύγαμος, δουλόγαμος, δύσγαμος, ελεγξίγαμος, επίγαμος, εύγαμος, ζευξίγαμος, ηδύγαμος, ημίγαμος, θυγατρόγαμος, κακόγαμος, καλλίγαμος, λιπόγαμος, λυσίγαμος, μελλόγαμος, μητρόγαμος, μητρυιόγαμος, νυκτίγαμος, οιόγαμος, ομόγαμος, πικρόγαμος, πρόγαμος, σύγγαμος, ταχύγαμος, τελεσσίγαμος, φιλόγαμοςνεοελλ.δευτερόγαμος, έγγαμος, εξώγαμος, ετερόγαμος, κρυπτόγαμος, λαθρόγαμος.
Dictionary of Greek. 2013.